- περικατέσφαξαν
- περί-κατασφάζωslaughteraor ind act 3rd pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
περικατασφάζω — και περικατασφάττω, Α κατασφάζω («περικατέσφαξαν τριάκοντα τῶν Καρχηδονίων τοὺς ἐπιφανεστάτους», Πολ.) … Dictionary of Greek